Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

 ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΕΡΝΑ ΑΠΟ ΧΕΡΙ ΣΕ ΧΕΡΙ ......

Ένας φίλος μου , το πήρε από μια φίλη και το μοιράστηκε μαζί μου.. ...κι εγώ το μοιράζομαι μαζί σας ....

Ένα σπουδαίο κείμενο (αποσπασματικό, αλλά σημαντικό) που μου έστειλε η φίλη μου η Κατερίνα, του Ιταλού ψυχαναλυτή Massimo Recalcati. Μιλάει για το “σύμπλεγμα του Τηλέμαχου”, σύνδρομο της νέας εποχής που υπερβαίνει τα παραδοσιακά, του Οιδίποδα και του Νάρκισσου. Βρίσκω εξαιρετικά εύστοχη την μεταφορά, τόσο ως προς την αδυσώπητη επιβολή του ακραίου καπιταλισμού - η μακριά νύχτα των Μνηστήρων - όσο και ως προς τη νέα γενιά που πρέπει (και ευθυνόμαστε εμείς γι’ αυτό) να κληρονομήσει την Επιθυμία και να δείξει στάση ενεργητική και όχι αναμονής!

Με αφορά προσωπικά, και νομίζω όλους τους εκπαιδευτικούς που προσπαθούν εκτός από γνώσεις (και αρχές, στις καλές περιπτώσεις) να μεταδώσουν, να κληροδοτήσουν πρωτίστως την επιθυμία. Όσους νιώθουμε ότι τα παιδιά, στριμωγμένα (μεταξύ άλλων) από μιά στείρα εκπαιδευτική διαδικασία έχουν αδρανοποιηθεί και δεν έχουν “μαμούνι” μέσα τους, ορμή να τα σπρώχνει να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και τον κόσμο. Και όλους όσους ζουν, με τον τρόπο τους, τον “ίλιγγο της ευθύνης”! Που προσπαθούν, όσο μπορούν με τις μικρές τους δυνάμεις, να μην περιμένουν απλώς, αλλά να συντηρήσουν την ελπίδα και να φέρουν πιο κοντά (την Αναγέννηση μετά τον σημερινό Μεσαίωνα) τη μέρα της επιστροφής. Που ένας κουρελής ζητιάνος (συμβολικά ένας, στην πραγματικότητα πολλοί μαζί) θα κρύβει τόση δύναμη ικανή να τεντώσει το τόξο και να φέρει το μακελειό της Δικαιοσύνης! Δεν είναι "ρεαλιστικό", το ξέρω, αλλά πιστεύω πως μόνο αυτή μπορεί να είναι η προσδοκία για όποιον θέλει να παραμένει άνθρωπος.
Καλή ανάγνωση
«Ένα παιδί ατενίζει το πέλαγος. Είναι ο Τηλέμαχος, που ζητά δικαιοσύνη: δεν υπάρχει πλέον Νόμος στη γη του, μόνο η φαινομενικά ατελείωτη Νύχτα των Μνηστήρων... Ο Τηλέμαχος περιμένει τον πατέρα του, τον Οδυσσέα, για να επαναφέρει τη συμβολική τάξη στον ρημαγμένο οίκο του. Αντίθετα με τον Οιδίποδα, που πέφτει τυφλωμένος από ενοχή για την εγκληματική του επιθυμία, αντίθετα με τον Νάρκισσο, που θαμπώνεται από τη στείρα ομορφιά της εικόνας του, ο Τηλέμαχος ατενίζει το πέλαγος με μάτια ορθάνοιχτα αναζητώντας τον πατέρα, το Νόμο του πατέρα. Τα σημερινά παιδιά μοιάζουν στον Τηλέμαχο. Ψάχνουν με το βλέμμα αυτό(ν) που θα επιστρέψει από τη θάλασσα, αναζητούν το Νόμο που θα τους ανοίξει νέους ορίζοντες. Γιατί ο πατέρας, αν και δεν είναι ο κάτοχος του Νόμου, αν και δεν γνωρίζει το έσχατο νόημα της ζωής, καταδεικνύει ωστόσο μέσα από τη σαρκωμένη μαρτυρία της ύπαρξής του ότι είναι δυνατόν -είναι ακόμα δυνατόν- να νοηματοδοτήσει αυτό τον κόσμο, να μεταδώσει την επιθυμία, να μιλήσει για το μέλλον· να πει στον Τηλέμαχο ότι ακόμα δεν έχουν συμβεί τα πάντα, ότι ακόμα δεν τα έχουμε δει όλα. Να καταστήσει, εντέλει, το Παιδί αληθινό κληρονόμο, ικανό όχι μόνο να παραλάβει ένα νόημα για τον κόσμο, αλλά και να ανακαλύψει καινούρια νοήματα του κόσμου, καινούριους κόσμους νοήματος.»
«Ο Τηλέμαχος είναι η εικόνα του παιδιού που περιμένει. Δεν είναι ο γιος που θέλει να βγάλει από τη μέση τον πατέρα, σκοτώνοντάς τον. Δεν είναι ο γιος που υπακούει παθητικά τον πατέρα όπως ο Αντι-Οιδίποδας, δεν είναι ο γιος που αγαπάει μόνο τον εαυτό του και αδιαφορεί για τους άλλους, όπως ο Νάρκισσος. Είναι ο γιος που ερμηνεύει την κληρονομιά ως ανάκτηση. Δεν αρνείται όπως ο Οιδίποδας τον πατέρα, αλλά ωστόσο δεν υποτάσσεται σε αυτόν. Ο Τηλέμαχος είναι ικανός να επαναφέρει μια συμβολική συμφωνία μεταξύ των γενεών. Τα παιδιά μας χρειάζονται να συναντήσουν πατεράδες που αποτελούν οι ίδιοι μαρτυρία της επιθυμίας. Όχι τον πατέρα-αφέντη, τον πατέρα με τη ράβδο. Αυτή η μορφή πατέρα έχει δύσει οριστικά. Όμως ο Τηλέμαχος είναι και ο γιος που δεν περιορίζεται στο να περιμένει την επιστροφή του πατέρα. Είναι ο γιος που επιχειρεί με τόλμη το ταξίδι του. Έτσι ανοίγει η Οδύσσεια: με το ταξίδι του γιου που κατευθύνεται στην Πύλο και στη Σπάρτη για να βρει τον πατέρα του. Είναι το πολιτικό καθήκον των νέων γενεών. Να ξανοιχθούν στη θάλασσα, να μην περιμένουν την επιστροφή του πατέρα, να μην παραμείνουν παθητικοί στο να κοιτούν τη θάλασσα. Η κληρονομιά δεν αποτελείται από υλικά αγαθά ή από γονίδια. Δεν είναι η απόκτηση μιας προσόδου, καρπός λεηλασίας. Το να κληρονομήσουμε, σημαίνει να ανακτήσουμε αυτό που οι πατεράδες μας έχουν αφήσει. Είναι μια κίνηση ενεργητική, όχι παθητική. Μα τι κληρονομούμε; Το ουσιαστικό είναι να κληρονομήσουμε την επιθυμία. Ο αληθινός θησαυρός της κληρονομιάς είναι ο θησαυρός της επιθυμίας. Η επιθυμία δεν εμπεριέχει την ενοχή, την αμαρτία, το έγκλημα. Η επιθυμία είναι μια δύναμη επεκτατική, παραγωγική. Είναι όπως ο άνεμος της άνοιξης: ανοίγει τις πόρτες, τα παράθυρα, τα αυτιά, τα μάτια. Η επιθυμία είναι ένα άνοιγμα στο άπειρο άνοιγμα της ζωής. Τα ανθρώπινα όντα όμως φοβούνται αυτήν τη δύναμη γιατί δεν μπορούν να τη διαχειριστούν. Αποφεύγουν την επιθυμία ή τη συγχέουν με το καπρίτσιο και με την αυθαιρεσία μιας επιπόλαιης ελευθερίας.»
«Αυτό που μπορούμε να κληρονομήσουμε στα παιδιά μας είναι η μαρτυρία, μια μοναδική ενσάρκωση του Νόμου της επιθυμίας. Θα σας δώσω δυο βιωματικά παραδείγματα. Το πρώτο αφορά την μητέρα μου. Στα πιο φλογερά χρόνια της νεότητάς μου διέκοψα απότομα τη σχέση μου με το σχολείο, για να αφιερωθώ ψυχή τε και σώματι στη στρατευμένη πολιτική. Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του '70. Το σχολείο φαινόταν σε μένα και σε πολλούς φίλους μου χάσιμο χρόνου. Είχαμε το κίνημα, έπρεπε να αλλάξουμε τον κόσμο. Τα λόγια των δασκάλων μας φαίνονταν άψυχα. Αντίθετα η πολιτική ήταν χαρά, μας ωθούσε προς τη ζωή, νομίζαμε ότι ήταν μια εμπειρία ανάστασης της επιθυμίας. Στη νιοστή αποβολή δεν είχα πλέον ενδοιασμούς. Θεώρησα ότι η σχέση μου με τον θεσμό-σχολείο είχε λάβει τέλος. Δεν είχα όμως υπολογίσει ότι ήμουν μέλος μιας οικογένειας. Δεν είχα υπολογίσει το λόγο της μητέρας μου. Μερικούς μήνες αφότου τα παράτησα, βρήκα μια μέρα τη μάνα μου να με περιμένει στη πόρτα του σπιτιού. Η ίδια δεν είχε καταφέρει να πάει σχολείο λόγω φτώχειας. Εκεί στην πόρτα, μου είπε απλά ότι πρέπει να συνεχίσω τη φοίτησή μου. "Για ποιό λόγο;" τη ρώτησα μουτρωμένος. "Το σχολείο δεν σημαίνει τίποτα για μένα!" συνέχισα, θεωρώντας ότι έτσι θα έκλεινε αυτή η σύντομη συζήτηση. "Γιατί εσύ μπορείς" μου απάντησε με αφοπλιστική δύναμη. "Κι επειδή εσύ μπορείς, μην κάνεις το ίδιο με μένα. Αν μάθεις γράμματα δεν θα το μετανιώσεις". Και μου εξήγησε ότι, εάν συνέχιζα, θα έβλεπα περισσότερα πράγματα, περισσότερες ζωές, περισσότερους κόσμους από αυτούς που εκείνη μπόρεσε να γνωρίσει μην έχοντας ποτέ μάθει γράμματα. Ήθελε να μου πει να μην κλειστώ στον κόσμο μου, να μην εγκαταλείψω την σκηνή του κόσμου, να μείνω στον κόσμο. Αργότερα κατάλαβα ότι η μαρτυρία της υπήρξε για μένα μαρτυρία με όλη τη σημασία του όρου. Ο λόγος της υπήρξε υπόσχεση: "Εάν αρνηθείς να κλειστείς στον κόσμο σου, εάν αρνηθείς τη βία του κόσμου σου, εάν δεσμευτείς στη μελέτη, θα μπορέσεις να γνωρίσεις άλλους κόσμους που δεν υποψιάζεσαι καν την ύπαρξή τους! Θα μπορέσεις να ανοιχτείς και να κερδίσεις άλλους, νέους κόσμους!". Κι όντως, αυτό συνέβη στην πορεία του χρόνου. Έτσι η υπόσχεση της μητέρας μου έγινε μαρτυρία.
Το δεύτερο επεισόδιο αφορά τον πατέρα μου. Τον θυμάμαι να περπατάει μπροστά μου με μιά μεγάλη ανυπομονησία και τεράστια βήματα, τα κυριακάτικα πρωινά που πηγαίναμε μαζί να επισκεφτούμε τα θερμοκήπια όπου βρίσκονταν τα άρρωστα φυτά του. Ο ίδιος ήταν παλαιοπώλης αλλά είχε δεχθεί μια μικρή υλική κληρονομιά από τον πατέρα του, ένα κομμάτι καλλιεργήσιμης γης και είχε αφιερωθεί με πάθος σε αυτό για τις ελεύθερες ώρες του. Είχε επινοήσει το επάγγελμα του ανθοκαλλιεργητή, χωρίς να υπάρχει καμιά οικογενειακή παράδοση. Τον θυμάμαι λοιπόν να διαβάζει πάνω στα φύλλα (φαγωμένα από αόρατα έντομα με τα πιο μυστηριώδη ονόματα ή προσβεβλημένα από μούχλες και χλωρώσεις) την αιτία του πόνου τους, για να ετοιμάσει, στη συνέχεια, μαγικά φίλτρα με τα οποία θα τα γιάτρευε. Όλα αυτά τα είχε καταφέρει από το μηδέν. Έτσι μετά από χρόνια κοιτάζοντας τη ζωή μου ανακάλυψα από που πήγαζε αυτό το πάθος. Η ανάγκη του πατέρα μου, που είχε αφιερωθεί στον πόνο των φύλλων, περιέχει τον πυρήνα της δικής μου κληρονομιάς. Τι κληρονόμησα; Ούτε κάποιο βασίλειο ούτε ευγενή καταγωγή ούτε γονίδια ούτε πλούτη, μόνο μιά σιωπηρή μαρτυρία της επιθυμίας. Παρατηρούσα τον πατέρα μου να σκύβει πάνω στα φυτά του και ήξερα ότι αυτή ήταν η ζωή του. Αυτή ήταν η δουλειά του. Η επιθυμία του, ο κόσμος του: να θεραπεύει τα φυτά, να τους ξαναδίνει ζωή, να τα κάνει να αναπτύσσονται γερά. Κι εγώ τι έγινα; Δεν είμαι κι εγώ κάποιος που διαβάζει τον πόνο των φύλλων; Που προσπαθεί να διαβάσει τους ανθρώπους σαν να ήταν φύλλα; Η κληρονομιά είναι πάντα κληρονομιά ενός πάθους, απλά αυτό το πάθος η επόμενη γενιά το αλλάζει και το φέρνει στα δικά της μέτρα. Κληρονομώ σημαίνει ανακαλύπτω ότι έγινα αυτό που ήμουν ανέκαθεν, ότι κάνω δικό μου - ανακτώ- αυτό που ήταν ανέκαθεν δικό μου.
Οι γονείς μου εργάζονταν νυχθημερόν και δεν είχαν χρόνο να αφιερώσουν στα παιδιά τους. Η ενασχόλησή μου με την ψυχανάλυση με απελευθέρωσε από το βάσανο της διεκδίκησης κάνοντας με να ανακαλύψω στην απουσία αυτή ένα γεγονός: Η ύπαρξη του πατέρα είναι πάντα η ύπαρξη μιας απουσίας. Και αυτό είναι πάντα μια τραυματική εμπειρία. Ο πατέρας, που είναι μια απουσία ή καλύτερα, που η απουσία του είναι πάντα παρούσα, δεν μπορεί παρά να μας καθιστά ορφανούς. Το ότι είμαστε παιδιά, το ότι είμαστε κληρονόμοι σημαίνει πάντα ότι είμαστε και ορφανοί. Όμως με τον καιρό θα ανακαλύψουμε ότι ο σωστός κληρονόμος ξέρει την αλήθεια, ξέρει ότι κανένας πατέρας δεν μπορεί να τον σώσει. Αλλά ξέρει ακόμα ότι θα σωθεί αν καταφέρει να βρει αυτή την ιερή συμμαχία του Νόμου με την επιθυμία χωρίς να αντιτάξει το ένα στο άλλο. Πατέρας υπάρχει οπουδήποτε μπορεί να γίνει εφικτή η συνάντηση με την καινούργια συμμαχία Νόμου και επιθυμίας.»
«Η ψυχανάλυση θεωρεί ότι η κατάσταση του να ζεις μαζί, στο πλαίσιο μιας οικογένειας, ενός ζευγαριού, μιας ομάδας, μιας πόλης, έχει ως βάση της τη μοναξιά του καθενός. Μόνον αν έχουμε την ικανότητα να μείνουμε μόνοι υπάρχει η πιθανότητα να χτίσουμε κοινωνικές σχέσεις που να είναι δημιουργικές και παραγωγικές. Και μέσα σε αυτόν τον κόσμο προσπαθούμε να καλύψουμε το κενό, να βρούμε την πράξη ενός πραγματικού γονιού που θα μας μεταβιβάσει την μαρτυρία της επιθυμίας αλλά και της ευθύνης και θα μας εξανθρωπίσει. Όμως αυτή η ευθύνη μάς εκθέτει σε έναν ίλιγγο. Κανείς άλλος τη στιγμή της επιλογής δεν μπορεί να πάρει τη θέση μου, κανείς άλλος δεν μπορεί να με σώσει. Η ευθύνη συνεπάγεται πάντα μια κατάσταση μοναξιάς αλλά η ευθύνη δεν σημαίνει έλεγχο. Είναι κυρίως μια παράδοση, ένας αφοπλισμός, μια έκθεση στον κίνδυνο.»
«Λέω συχνά ότι είμαστε κραυγές στο σκοτάδι: Ο άνθρωπος έρχεται στη ζωή μέσω της κραυγής. Όλοι υπήρξαμε μια χαμένη κραυγή στη νύχτα. Είναι η κατάσταση της ανημπόριας, της απόλυτης εγκατάλειψης κατά την οποία η ανθρώπινη ζωή βρίσκεται "ριγμένη" στη ζωή. Κανείς δεν είναι κύριος-αφεντικό της ζωής του. Χωρίς τον διασώστη Άλλον, όπως υποστηρίζει ο Φρόυντ, η ανθρώπινη ζωή οδηγείται στον θάνατο. Αν κανείς δεν απαντά στην επίκληση της κραυγής, τότε η ζωή πέφτει στο κενό.
Γι' αυτό σήμερα ο Τηλέμαχος ίσως να μπορεί να μας βοηθήσει να σκεφτούμε την ευθύνη μας. Την ευθύνη της κληρονομιάς αυτής της επιθυμίας να ζήσουμε με τους άλλους. Να αγαπήσουμε τον εαυτό μας και μετά τον δίπλα μας. Τα παιδιά σαν τον Τηλέμαχο επικαλούνται έναν δίκαιο νόμο που βάζει τέλος στη μακρά νύχτα των Μνηστήρων. Η εποχή μας είναι κυριευμένη από τον λόγο του καπιταλιστή, αυτή είναι η μακρά νύχτα. Νύχτα του νόμου, της απεριόριστης κατανάλωσης, της εκμετάλλευσης της γης που νοείται μόνον ως πλουτοπαραγωγική πηγή, της αδιαμφισβήτητης κυριαρχίας των αγορών και της αδυσώπητης οικονομίας. Ο Τηλέμαχος είναι ο γιος που τολμά να ερμηνεύσει την κληρονομιά ως ανάκτηση. Δεν είναι φιγούρα του Μπέκετ, της αναμονής. Είναι η φιγούρα της επιθυμίας. Θεωρώ ότι υπάρχει μια γενιά-Τηλέμαχος. Είναι η γενιά των παιδιών που θέλουν να επιχειρήσουν το ταξίδι τους, των παιδιών που δεν φοβούνται τη δύναμη της επιθυμίας τους.
Θα το ξαναπώ. Ο,τιδήποτε μπορεί να είναι πατέρας. Ο,τιδήποτε μπορεί να κάνει εφικτή τη συνάντηση με την καινούργια συμμαχία Νόμου και επιθυμίας, ο,τιδήποτε μπορεί να επιστρέψει από τη θάλασσα. Γιατί είχε δίκιο τελικά ο Τηλέμαχος: κάτι επιστρέφει πάντοτε από τη θάλασσα...»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου